ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ, PhD
    Μαιευτήρας Χειρούργος Γυναικολόγος
   Γυναικολογική Ογκολογία
   Λαπαροσκόπηση-Υστεροσκόπηση
   Κύηση υψηλού κινδύνου
   Προώθηση φυσιολογικού τοκετού
   Γυναικολογικός - Μαιευτικός
                  Υπέρηχος
  Κολποσκόπηση, Τεστ Παπ, 
  HPV-DNA test
  Υπογονιμότητα, IVF
       Τι λένε οι ασθενείς μας για μας...


ΚΥΗΣΗ ΥΨΗΛΟΥ ΚΙΝΔΥΝΟΥ


ΟΡΙΣΜΟΣ
Η κύηση υψηλού κινδύνου χαρακτηρίζεται από κάποια κατάσταση η οποία υποβάλλει την επίτοκο, το αναπτυσσόμενο έμβρυο ή και τους δύο σε κίνδυνο υψηλότερο του φυσιολογικού κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης ή της λοχείας. Αποτελεί το 14% περίπου του συνόλου των κυήσεων, ενοχοποιείται πάνω από 50%-60% για περιγεννητική και μητρική νοσηρότητα/θνητότητα και τέλος ευθύνεται για το 60% περίπου των πρώτων καισαρικών τομών.
 
 

Παράγοντες που χαρακτηρίζουν μια Κύηση Υψηλού Κινδύνου;

Διακρίνονται σε μητρικής και εμβρυϊκής προέλευσης.
Μητρικοί παράγοντες:
  • η ηλικία της επιτόκου (μικρότερη των 15 ετών ή μεγαλύτερη των 35)
  • η υπέρβαρη ή αντίθετα λιποβαρής επίτοκος (βάρος μικρότερο των 45 κιλών)
  • το ιστορικό επιπλοκών σε προηγούμενη κύηση (πρόωρος τοκετός, προεκλαμψία ή εκλαμψία,  έμβρυο υπολειπόμενης ανάπτυξης ή θάνατος εμβρύου)
  • η πολυτοκία (περισσότερες από 5 κυήσεις)
  • οι αιμορραγίες στο Γ’ τρίμηνο
  • οι ανωμαλίες του γεννητικού συστήματος (δίκερος μήτρα, ευμέγεθες ινομύωμα μήτρας)
  • η υπέρταση κυήσεως 
  • ο σακχαρώδης διαβήτης
  • η ευαισθητοποίηση στον παράγοντα ρέζους (Rh)
  • οι λοιμώξεις στον κόλπο/τράχηλο ή στους νεφρού
  • η οξεία χειρουργική κοιλία (οξεία σκωληκοειδίτις, χολοκυστίτις, απόφραξη του εντέρου)
  • η χρόνια νόσος (αυτοάνοσο νόσημα, άσθμα, δρεπανοκυτταρική αναιμία, καρδιακή νόσος, νεφρική νόσος,  νόσος Crohn, ελκώδης κολίτιδα του εντέρου, AIDS και άλλα)
  • Κύηση μετά από θεραπεία υπογονιμότητας
  • Τρεις ή περισσότερες αποβολές στο παρελθόν
  • Υπερθυρεοειδισμό ή υποθυρεοειδισμό
 
Εμβρυικοί παράγοντες:      
  • οι ιογενείς λοιμώξεις (έπρης, ιλαρά, ερυθρά, ανεμευλογιά, λοίμωξη από ιούς Coxsackie)
  • οι βακτηριακές ή παρασιτικές λοιμώξεις (σύφιλης, τοξοπλάσμωση)
  • Τα βλαβερά για το έμβρυο φάρμακα (φαινιτοϊνη, ανταγωνιστές του φυλικού οξέος, λίθιο, στρεπτομυκίνη, τετρακυκλίνη, θαλιδομίδη, βαρφαρίνη)
  • Η έκθεση σε εθιστικές ουσίες (καπνός, αλκοόλ, ναρκωτικές ουσίες)
  • Γενετικές καταστάσεις του εμβρύου όπως σύνδρομο Down ή προβλήματα με καρδιά, πνεύμονες, νεφρά
  • Περισσότερα από 1 έμβρυα (πολύδυμη κύηση)

Ποια χρειάζεται να είναι η παρακολούθηση μιας τέτοιας κύησης;
Μια γυναίκα με κύηση υψηλού κινδύνου παρακολουθείται με:
•  Συχνότερες ιατρικές επισκέψεις
•  Εξειδικευμένες εξετάσεις ανάλογα με το πρόβλημα
•  Συνεργασία με ιατρούς άλλων ειδικοτήτων
•  Αιματολογικές εξετάσεις
•  Αμνιοπαρακέντηση
•  Υπερηχογραφήματα και παρακολούθηση του εμβρύου.


ΠΡΟΓΝΩΣΗ
Η πρόγνωση εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την υποκείμενη νόσο. Κάποια νοσήματα είτε προκαλούν δυσκολίες στο να μείνει μία γυναίκα έγκυος είτε αυξάνουν τους κινδύνους για το έμβρυο στην κύηση.
Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι οι διαταραχές του θυρεοειδούς αδένα ο οποίος παράγει τη θυρορμόνη. Παθολογικά επίπεδα των ορμονών του θυρεοειδούς πιθανώς να προκαλέσουν προβλήματα στην κύηση και να επηρεάσουν την ανάπτυξη του εμβρύου. Η θυρεοειδική νόσος ελέγχεται με φαρμακευτική θεραπεία, και εφόσον τα επίπεδα των ορμονών συντηρούνται σε φυσιολογικά επίπεδα, η κύηση διεξάγεται με ασφάλεια για τη μητέρα και το παιδί.
Κάποια άλλα νοσήματα συνήθως δεν επιδρούν στην κύηση, εντούτοις η εγκυμοσύνη μπορεί να έχει επιδράσεις σε αυτά. Σε αυτά περιλαμβάνονται το άσθμα και οι φλεγμονώδεις παθήσεις του εντέρου (ελκώδης κολίτιδα, νόσος Crohn). Η εγκυμοσύνη συχνότερα βελτιώνει τα συμπτώματα σ’ αυτές τις γυναίκες, εντούτοις σε κάποιες περιπτώσεις τα συμπτώματα επιδεινώνονται ή δεν μεταβάλλονται.  
Πολλά από τα φάρμακα που δίνονται στην επιληψία δεν είναι συμβατά με την κύηση ή προκαλούν τερατογένεση. Καλό είναι λοιπόν μια γυναίκα πριν μείνει έγκυος να τροποποιήσει τη φαρμακευτική της αγωγή, πάντα σε συνεργασία με το νευρολόγο και γυναικολόγο της.
Γυναίκες με νοσήματα του κολαγόνου (συστηματικό ερυθηματώδη λύκο) ή με υποκείμενη νεφρική ή καρδιακή νόσο, αντιμετωπίζουν σοβαρούς κινδύνους στην κύηση η οποία μπορεί να προκαλέσει επιδείνωση της κατάστασης τους.
Η μη σωστή θρέψη και ανάπτυξη του εμβρύου εξαιτίας κάποιας υποκείμενης νόσου της μητέρας, μπορεί να προκαλέσει την ενδομήτρια υπολειπόμενη ανάπτυξη (IUGR – intrauterine growth restriction) του εμβρύου, στην οποία ο κίνδυνος αποβολής είναι αυξημένος.
Ο σακχαρώδης διαβήτης είναι μία διαταραχή η οποία επιδρά αλλά και επηρεάζεται από την εγκυμοσύνη. Ο διαβήτης μπορεί να προκαλέσει αποβολή, ανωμαλίες της διάπλασης του εμβρύου  και πρόωρο τοκετό. Όταν τα επίπεδα της γλυκόζης στο αίμα της επιτόκου ελέγχονται στα φυσιολογικά επίπεδα οι κίνδυνοι μειώνονται σημαντικά, εντούτοις ο έλεγχος των επιπέδων της γλυκόζης στην εγκυμοσύνη είναι δυσχερέστερος. Γενικά οι ανάγκες ινσουλίνης αυξάνονται κατά τη διάρκεια της κύησης.
 
 
ΠΡΟΛΗΨΗ
Μία γυναίκα με χρόνιο νόσημα δε θα ήταν σφάλμα να δεχθεί ιατρική συμβουλή ακόμα και πριν την έναρξη της εγκυμοσύνης. Η μέλλουσα μητέρα θα πρέπει να γνωρίζει τις επιδράσεις της εγκυμοσύνης στο πρόβλημα της, καθώς και τους κινδύνους στους οποίους μπορεί να υποβληθεί η ίδια και το μωρό της εξαιτίας της κατάστασης της υγείας της. Ορισμένες φορές επιβάλλεται η τροποποίηση της φαρμακευτικής αγωγής σε κάποια μη βλαπτική για το αναπτυσσόμενο έμβρυο. Στις περιπτώσεις όπου δεν υπάρχει αγωγή συμβατή με την εγκυμοσύνη (π.χ επιληψία) οι κίνδυνοι της επίδρασης της στο έμβρυο πρέπει να συγκρίνονται με αυτούς για τη μητέρα που διακόπτει τα φάρμακα.
Εάν μία γυναίκα με πρόβλημα υγείας δεν έχει πάρει ιατρική συμβουλή, θα πρέπει να τη ζητήσει αμέσως μόλις συνειδητοποιήσει ότι είναι έγκυος, και να μην περιμένει λίγες εβδομάδες όπως στις φυσιολογικές κυήσεις, διότι ορισμένες παθήσεις συνδέονται με αυξημένες πιθανότητες αποβολής.



Η ιατρός Κ.Παπακωνσταντίνου αντιμετωπίζει με εγρήγορση και στενή παρακολούθηση όλες τις περιπτώσεις κυήσεων υψηλού κινδύνου, προκειμένου να διαγνωστεί νωρίς κάθε επιπλοκή που θα παρουσιαστεί. Προηγείται κατάλληλη συμβουλευτική πριν την κύηση και όπου απαιτηθεί συνεργασία με ιατρούς άλλων ειδικοτήτων για την από κοινού αντιμετώπιση του προβλήματος.